3.12.14
2.12.14
Πότε έκανες κάτι τελευταία, για πρώτη φορά;
Αποφάσισα κάπου μέσα στον Νοέμβρη να αρχίσω να κάνω πράγματα που δεν έχω ξανακάνει. Ξεκίνησα με τα δύσκολα. Φαγητό. Έχω δοκιμάσει υλικά, μόνο και μόνο για να αισθανθώ την γεύση τους. Μανιτάρια, πιπεριές, σολομό και άλλα πολλά. Με εξαίρεση τα μανιτάρια, δεν μπορώ να πω πως τρελάθηκα κιόλας. Πάντως ξέρω την γεύση τους, πλέον. Δεν το βλέπω να δοκιμάζω, για όσο ζήσω, όσπρια...
Άλλο, πήγα για πρώτη φορά για παγοδρομία! Και έκανα μια ώρα! Και δεν έφαγα τούμπα. Και άρχισα προς το τέλος της ώρας να ανεβάζω και ταχύτητα! Και ήταν ωραία! Και ξεπλήρωσα και ένα γραμμάτιο που είχα! Πουτάνες, το έκανα και το έκανα μόνος μου!
Είπα "όχι" για έξτρα δουλειά. Αρκετά. Δίνεις τα πάντα και σε γράφουν στα παπάρια τους. Καιρός να ακούσουν και το όχι. Το έκανα ήδη δύο φορές και ένιωσα πολύ όμορφα.
Τέταρτο και τελευταίο, έφαγα σε Pizza Hut. Δεν ξέρω γιατί δεν είχε τύχει να το κάνω, αλλά το έκανα. Τίποτα το ιδιαίτερο. Έχω φάει (και έχω φτιάξει) καλύτερη πίτσα.
Έχω ωραίες αναμνήσεις από την ζωή μου. Καιρός να αρχίζω να φτιάχνω καινούριες. Δύναμη και υγεία να έχουμε και όλα θα πάνε καλά!
31.10.14
Μια προσωπική διαδρομή με το 846
Ήμουν δέκα μέρες στην Ελλάδα. Φτάνοντας στο Βενιζέλος, επικοινώνησα με τον φίλο Πάνο. Έπρεπε να τον συναντήσω πρώτο. Κατέβηκα Πειραιά, ήπιαμε το φραπεδάκι μας στην Φοντάνα. Λυπήθηκα πολύ που το Αλεξάνδρειο δεν υπάρχει πια.
Πήγα στην στάση απέναντι από το παλιό μαγαζί του Ιωσηφίδη με τα υφάσματα. Που είχε καεί και έγινε Πλαίσιο. Που τώρα είναι Τράπεζα Πειραιώς. Το 846 ήρθε. Δεν ξέρω αν ήταν το γεγονός πως είχα να έρθω στην Ελλάδα δέκα σχεδόν μήνες, αλλά άρχισα να σκέφτομαι τι με συνδέει με τα μέρη που μεγάλωσα. Σκέφτηκα αμέσως πως θα έπρεπε να κάνω μια διαφορετική, νοητή διαδρομή με το 846. Γιατί έπαιρνα το 846;
Πρώτη στάση, Αθηνών 4. Και Ρετσίνα 10. Η πρώτη μου αληθινή δουλειά. Πιτσιρικάς ήμουν και ο Ερρίκος, ο γείτονας μας, ήρθε και ρώτησε τον πατέρα μου, αν ήθελα να δουλέψω το καλοκαίρι στο μαγαζί του. Επισκεύαζε αντλίες και γεννήτριες. Ο πατέρας μου του είπε να ρωτήσει εμένα αν θέλω. Και εγώ είπα ναι. Δούλεψα αρκετά καλοκαίρια. Και μόλις τελείωσα το Λύκειο δούλεψα για αρκετό διάστημα, μέχρι που βρήκα μια δουλειά με πιο πολλά χρήματα. Η Αθηνών 4 που ήταν η έδρα την επιχείρησης, ήταν αυτή που δούλευα συνήθως. Εκεί κάναμε τις επισκευές. Από ένα σημείο και μετά το μαγαζί το κράταγα μαζί με τον παιδικό μου φίλο, τον Μπάμπη. Τώρα είναι κλειστό, αλλά ξέρω πως ήταν γραφείο ενός μηχανουργείου που είχε ανοίξει δίπλα μας. Στην Ρετσίνα 10 είναι ακόμα το μαγαζί του Ερρίκου. Που τώρα δουλεύει μαζί με τον γιό του.
Δεύτερη στάση, στην κυτιοποιία που είναι απέναντι από το εργοστάσιο που φτιάχνει το ξύδι TOP. Όταν εργαζόμουν σε μια άλλη κυτιοποιία στον Ασπρόπυργο, γνώριζα πως ένα μουνόπανο Μανιάτης που ήταν προϊστάμενος μου εκεί ήθελε να με φάει. Ένας συνάδελφος που είχε αλλάξει δουλειά, μου πρότεινε να πάω εκεί. Πέρασα για συνέντευξη. Δούλευαν τις ίδιες μηχανές που δούλευα κι εγώ. Με έστειλαν να δω πως εργάζονται. Δεν μου άρεσε. Μου φάνηκε πολύ Νταχάου. Υπήρχε ένας υπεύθυνος μηχανών που ήταν σε ημιανάπαυση και έλεγχε. Πιο πολύ υπεύθυνος ελέγχου εργατών μου φάνηκε. Δεν δούλεψα ποτέ εκεί. Παραμένει κυτιοποιία με πιο ωραίο ντιζάιν απ' έξω.
Τρίτη στάση σε ένα μαγαζί που ένας γείτονας, ο Ξένος, είχε ανοίξει ένα μαγαζί με ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Δεν νομίζω πως πήγε πολύ καλά...
Τέταρτη στάση τα προσφυγικά στους Αγίους Αναργύρους. Θυμάμαι μια τεράστια διαφήμιση που υπήρχε εκεί για πολλά χρόνια και διαφήμιζε την έκθεση αυτοκινήτων του/της Στρατηγού. Νομίζω πως ήταν της, αλλά δεν θυμάμαι ακριβώς γιατί. Θυμάμαι επίσης ένα τσουλάκι που ερχόνταν στο Olympic Palace στην Παλαιά Κοκκινιά, που δούλευα κάποτε και έρχονταν κάθε μέρα με τις φίλες της και παίζανε ξύλινο ποδοσφαιράκι. Μία μέρα πέρναγα από εκεί και την συνάντησα. Φορούσε το πιο στενό, καυτό, κοντό σορτσάκι που υπάρχει. Δεν θυμάμαι όνομα. Θυμάμαι τα μακριά της μαύρα μαλλιά και πως την ερωτεύτηκα εφήμερα. Η διαφήμιση δεν υπάρχει πια. Και λίγες μέρες μετά την διαδρομή μου, μια καταιγίδα παρέσυρε πολλά αυτοκίνητα που το ένα καβάλησε το άλλο.
Πέμπτη στάση, το σχολείο μου. Το 1ο ΤΕΛ Νικαίας. Και το ψιλικατζίδικο στην γωνία που μας είχε κάθε μέρα πελάτες μετά το σχόλασμα. Στο πλάι, καθόμασταν στο μαρμάρινο πεζουλάκι και περιμέναμε το λεωφορείο. Το ΤΕΛ είναι ακόμα σχολείο αλλά δεν ξέρω με τις τόσες αλλαγές στην παιδεία, πως λέγεται πλέον. Το ψιλικατζίδικο έχει γίνει προποτζίδικο. Ιστορίες από το ΤΕΛ πολλές. Σε κάποιο άλλο ποστ.
Έκτη στάση, στον δρόμο στην πίσω πλευρά του δημαρχείου, το Αιγυπτιακό. Το αρχαιότερο κεμπαμπτζίδικο στην Ελλάδα. Από εκεί ξεκίνησε ο γνωστός Σάββας που τώρα έχει δέκα τόσα μαγαζιά στην Αθήνα. Δούλευε μέσα ο Μάκης. Τον είχα γνωρίσει επίσης στο Olympic Palace. Ερχόταν με το προσωπικό από το Αιγυπτιακό, για μπύρες μετά το σχόλασμα στις δώδεκα το βράδυ. Μου φάνηκε κλειστό. Αλλά απέναντι υπάρχει το μεγαλύτερο και πιο καινούριο Αιγυπτιακό. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να περάσω να φάω κάτι.
Έβδομη στάση, το μαγαζί του Φωκά στον Άη Γιώργη. Μικρός πήγαινα με έναν φίλο που ο πατέρας του είχε το ζαχαροπλαστείο στην γειτονιά μου. Αγοράζαμε κουτιά για γλυκά από δύο παππούδες. Τα παιδιά τους, χρόνια μετά, ήταν αφεντικά μου στην κυτιοποιία που λέγαμε παραπάνω. Το μαγαζί το είχε πάρει ένας υπάλληλος τους, όταν αυτοί μεταφέρθηκαν στον Ασπρόπυργο. Και τώρα το έχουν πάλι!
Όγδοη στάση, η πλατεία Κρήνης. Εκεί είχε ο θείος μου ο Νίκος το περίπτερο. Ο Μεταλίδης με τα ρούχα. Η Γιώτα με τα λουλούδια και ο Πέτρος με το κομμωτήριο στην Γορδίου. Δίπλα από το τελευταίο, έμενε η Νονά μου στο στοιχειωμένο σπίτι. Κάποτε, κάποιος, είχε αυτοκτονήσει σε αυτήν την μονοκατοικία και περίεργα πράγματα συνέβαιναν. Τώρα είναι πολυκατοικία. Και μια αμυγδαλιά, που μικρός έπαιζα, κόπηκε. Τα τρία μαγαζιά είναι ακόμα ανοικτά.
Ένατη στάση, το 19ο. Εκεί που πήγα Δημοτικό. Έχει αλλάξει. Το παλιό κτήριο παραμένει. Στο καινούριο έχουν κάνει επέκταση. Χάθηκε το σκάμμα με την άμμο θαλάσσης που μικροί κάναμε τους αθλητές. Οι τρεις τελευταίες αίθουσες που κάποτε ήταν πολύ παγωμένες, γιατί από την μια πλευρά αντί για τοίχο είχαν κοντραπλακέ, έχουν γίνει μια αίθουσα πολλαπλών χρήσεων. Κάποτε εκεί κάναμε μάθημα ανά τρεις μήνες εκ περιτροπής με άλλα τμήματα για να μην παγώνουμε μόνο εμείς τον χειμώνα.
Δέκατη στάση το βιβλιοπωλείο Χελμός. Τον κυρ Παναγιώτη που το έχει, τον θυμάμαι από μικρό παιδί. Εκεί αγόρασα ένα από τα πρώτα μου βιβλία. Την Ειρήνη του Αριστοφάνη. Και όλα τα σχολικά μου. Αργότερα τον είχα πελάτη στην πιτσαρία που είχα ανοίξει. Έμενε σε ένα πολύ όμορφο και μεγάλο σπίτι ψηλά στην Άνω Νεάπολη. Έμαθα πως έχασε την γυναίκα του πριν λίγο καιρό. Πάντα εκεί κι αυτή.
Δέκατη στάση, το ψιλικατζίδικο της Ελπίδας. Εκεί μικρός γυρνώντας από το σχολείο έτρωγα το χαρτζιλίκι μου. Παιχνιδάκια, τσίχλες, σοκολάτες. Όταν έκλεισε άνοιξαν δύο μαγαζιά στον ίδιο χώρο. Ένα Pet shop του Παπαλίκα και ένα με είδη μοντελισμού. Και τα δύο είναι κλειστά τώρα. Απέναντι το λουλουδάδικο του συμμαθητή μου και διπλανού μου στο θρανίο στο ΤΕΛ, του Κώστα. Είναι ακόμα ανοικτό. Τον συνάντησα και μου είπε πως πάει πολύ καλά.
Η τελευταία στάση της διαδρομής μου είναι η Πλατεία Αναλήψεως όπως λέγονταν. Μήτσου Παπαρήγα, όπως λέγεται τώρα. Το παλιό νεκροταφείο. Η γειτονιά μου. Σας χρωστάω ένα ακόμα ποστ γι' αυτό.
Υπάρχουν κι άλλες μικρές αναμνήσεις στην διαδρομή. Πάρα πολλές. Πόσοι άνθρωποι έζησαν, εργάστηκαν, έμαθαν σε αυτήν την διαδρομή, όπως εγώ; Ποτέ δεν θα μάθω την απάντηση.
Πήγα στην στάση απέναντι από το παλιό μαγαζί του Ιωσηφίδη με τα υφάσματα. Που είχε καεί και έγινε Πλαίσιο. Που τώρα είναι Τράπεζα Πειραιώς. Το 846 ήρθε. Δεν ξέρω αν ήταν το γεγονός πως είχα να έρθω στην Ελλάδα δέκα σχεδόν μήνες, αλλά άρχισα να σκέφτομαι τι με συνδέει με τα μέρη που μεγάλωσα. Σκέφτηκα αμέσως πως θα έπρεπε να κάνω μια διαφορετική, νοητή διαδρομή με το 846. Γιατί έπαιρνα το 846;
Πρώτη στάση, Αθηνών 4. Και Ρετσίνα 10. Η πρώτη μου αληθινή δουλειά. Πιτσιρικάς ήμουν και ο Ερρίκος, ο γείτονας μας, ήρθε και ρώτησε τον πατέρα μου, αν ήθελα να δουλέψω το καλοκαίρι στο μαγαζί του. Επισκεύαζε αντλίες και γεννήτριες. Ο πατέρας μου του είπε να ρωτήσει εμένα αν θέλω. Και εγώ είπα ναι. Δούλεψα αρκετά καλοκαίρια. Και μόλις τελείωσα το Λύκειο δούλεψα για αρκετό διάστημα, μέχρι που βρήκα μια δουλειά με πιο πολλά χρήματα. Η Αθηνών 4 που ήταν η έδρα την επιχείρησης, ήταν αυτή που δούλευα συνήθως. Εκεί κάναμε τις επισκευές. Από ένα σημείο και μετά το μαγαζί το κράταγα μαζί με τον παιδικό μου φίλο, τον Μπάμπη. Τώρα είναι κλειστό, αλλά ξέρω πως ήταν γραφείο ενός μηχανουργείου που είχε ανοίξει δίπλα μας. Στην Ρετσίνα 10 είναι ακόμα το μαγαζί του Ερρίκου. Που τώρα δουλεύει μαζί με τον γιό του.
Δεύτερη στάση, στην κυτιοποιία που είναι απέναντι από το εργοστάσιο που φτιάχνει το ξύδι TOP. Όταν εργαζόμουν σε μια άλλη κυτιοποιία στον Ασπρόπυργο, γνώριζα πως ένα μουνόπανο Μανιάτης που ήταν προϊστάμενος μου εκεί ήθελε να με φάει. Ένας συνάδελφος που είχε αλλάξει δουλειά, μου πρότεινε να πάω εκεί. Πέρασα για συνέντευξη. Δούλευαν τις ίδιες μηχανές που δούλευα κι εγώ. Με έστειλαν να δω πως εργάζονται. Δεν μου άρεσε. Μου φάνηκε πολύ Νταχάου. Υπήρχε ένας υπεύθυνος μηχανών που ήταν σε ημιανάπαυση και έλεγχε. Πιο πολύ υπεύθυνος ελέγχου εργατών μου φάνηκε. Δεν δούλεψα ποτέ εκεί. Παραμένει κυτιοποιία με πιο ωραίο ντιζάιν απ' έξω.
Τρίτη στάση σε ένα μαγαζί που ένας γείτονας, ο Ξένος, είχε ανοίξει ένα μαγαζί με ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Δεν νομίζω πως πήγε πολύ καλά...
Τέταρτη στάση τα προσφυγικά στους Αγίους Αναργύρους. Θυμάμαι μια τεράστια διαφήμιση που υπήρχε εκεί για πολλά χρόνια και διαφήμιζε την έκθεση αυτοκινήτων του/της Στρατηγού. Νομίζω πως ήταν της, αλλά δεν θυμάμαι ακριβώς γιατί. Θυμάμαι επίσης ένα τσουλάκι που ερχόνταν στο Olympic Palace στην Παλαιά Κοκκινιά, που δούλευα κάποτε και έρχονταν κάθε μέρα με τις φίλες της και παίζανε ξύλινο ποδοσφαιράκι. Μία μέρα πέρναγα από εκεί και την συνάντησα. Φορούσε το πιο στενό, καυτό, κοντό σορτσάκι που υπάρχει. Δεν θυμάμαι όνομα. Θυμάμαι τα μακριά της μαύρα μαλλιά και πως την ερωτεύτηκα εφήμερα. Η διαφήμιση δεν υπάρχει πια. Και λίγες μέρες μετά την διαδρομή μου, μια καταιγίδα παρέσυρε πολλά αυτοκίνητα που το ένα καβάλησε το άλλο.
Πέμπτη στάση, το σχολείο μου. Το 1ο ΤΕΛ Νικαίας. Και το ψιλικατζίδικο στην γωνία που μας είχε κάθε μέρα πελάτες μετά το σχόλασμα. Στο πλάι, καθόμασταν στο μαρμάρινο πεζουλάκι και περιμέναμε το λεωφορείο. Το ΤΕΛ είναι ακόμα σχολείο αλλά δεν ξέρω με τις τόσες αλλαγές στην παιδεία, πως λέγεται πλέον. Το ψιλικατζίδικο έχει γίνει προποτζίδικο. Ιστορίες από το ΤΕΛ πολλές. Σε κάποιο άλλο ποστ.
Έκτη στάση, στον δρόμο στην πίσω πλευρά του δημαρχείου, το Αιγυπτιακό. Το αρχαιότερο κεμπαμπτζίδικο στην Ελλάδα. Από εκεί ξεκίνησε ο γνωστός Σάββας που τώρα έχει δέκα τόσα μαγαζιά στην Αθήνα. Δούλευε μέσα ο Μάκης. Τον είχα γνωρίσει επίσης στο Olympic Palace. Ερχόταν με το προσωπικό από το Αιγυπτιακό, για μπύρες μετά το σχόλασμα στις δώδεκα το βράδυ. Μου φάνηκε κλειστό. Αλλά απέναντι υπάρχει το μεγαλύτερο και πιο καινούριο Αιγυπτιακό. Δυστυχώς δεν πρόλαβα να περάσω να φάω κάτι.
Έβδομη στάση, το μαγαζί του Φωκά στον Άη Γιώργη. Μικρός πήγαινα με έναν φίλο που ο πατέρας του είχε το ζαχαροπλαστείο στην γειτονιά μου. Αγοράζαμε κουτιά για γλυκά από δύο παππούδες. Τα παιδιά τους, χρόνια μετά, ήταν αφεντικά μου στην κυτιοποιία που λέγαμε παραπάνω. Το μαγαζί το είχε πάρει ένας υπάλληλος τους, όταν αυτοί μεταφέρθηκαν στον Ασπρόπυργο. Και τώρα το έχουν πάλι!
Όγδοη στάση, η πλατεία Κρήνης. Εκεί είχε ο θείος μου ο Νίκος το περίπτερο. Ο Μεταλίδης με τα ρούχα. Η Γιώτα με τα λουλούδια και ο Πέτρος με το κομμωτήριο στην Γορδίου. Δίπλα από το τελευταίο, έμενε η Νονά μου στο στοιχειωμένο σπίτι. Κάποτε, κάποιος, είχε αυτοκτονήσει σε αυτήν την μονοκατοικία και περίεργα πράγματα συνέβαιναν. Τώρα είναι πολυκατοικία. Και μια αμυγδαλιά, που μικρός έπαιζα, κόπηκε. Τα τρία μαγαζιά είναι ακόμα ανοικτά.
Ένατη στάση, το 19ο. Εκεί που πήγα Δημοτικό. Έχει αλλάξει. Το παλιό κτήριο παραμένει. Στο καινούριο έχουν κάνει επέκταση. Χάθηκε το σκάμμα με την άμμο θαλάσσης που μικροί κάναμε τους αθλητές. Οι τρεις τελευταίες αίθουσες που κάποτε ήταν πολύ παγωμένες, γιατί από την μια πλευρά αντί για τοίχο είχαν κοντραπλακέ, έχουν γίνει μια αίθουσα πολλαπλών χρήσεων. Κάποτε εκεί κάναμε μάθημα ανά τρεις μήνες εκ περιτροπής με άλλα τμήματα για να μην παγώνουμε μόνο εμείς τον χειμώνα.
Δέκατη στάση το βιβλιοπωλείο Χελμός. Τον κυρ Παναγιώτη που το έχει, τον θυμάμαι από μικρό παιδί. Εκεί αγόρασα ένα από τα πρώτα μου βιβλία. Την Ειρήνη του Αριστοφάνη. Και όλα τα σχολικά μου. Αργότερα τον είχα πελάτη στην πιτσαρία που είχα ανοίξει. Έμενε σε ένα πολύ όμορφο και μεγάλο σπίτι ψηλά στην Άνω Νεάπολη. Έμαθα πως έχασε την γυναίκα του πριν λίγο καιρό. Πάντα εκεί κι αυτή.
Δέκατη στάση, το ψιλικατζίδικο της Ελπίδας. Εκεί μικρός γυρνώντας από το σχολείο έτρωγα το χαρτζιλίκι μου. Παιχνιδάκια, τσίχλες, σοκολάτες. Όταν έκλεισε άνοιξαν δύο μαγαζιά στον ίδιο χώρο. Ένα Pet shop του Παπαλίκα και ένα με είδη μοντελισμού. Και τα δύο είναι κλειστά τώρα. Απέναντι το λουλουδάδικο του συμμαθητή μου και διπλανού μου στο θρανίο στο ΤΕΛ, του Κώστα. Είναι ακόμα ανοικτό. Τον συνάντησα και μου είπε πως πάει πολύ καλά.
Η τελευταία στάση της διαδρομής μου είναι η Πλατεία Αναλήψεως όπως λέγονταν. Μήτσου Παπαρήγα, όπως λέγεται τώρα. Το παλιό νεκροταφείο. Η γειτονιά μου. Σας χρωστάω ένα ακόμα ποστ γι' αυτό.
Υπάρχουν κι άλλες μικρές αναμνήσεις στην διαδρομή. Πάρα πολλές. Πόσοι άνθρωποι έζησαν, εργάστηκαν, έμαθαν σε αυτήν την διαδρομή, όπως εγώ; Ποτέ δεν θα μάθω την απάντηση.
16.10.14
Δύο χρόνια στο Λονδίνο
Πέρασαν δύο χρόνια. Πολύ γρήγορα. Είμαι πολύ καλύτερα από την πρώτη μου μέρα εδώ. Αλλά ακόμα παλεύω. Καλύτερη δουλειά, μεγαλύτερος φιλικός κύκλος, καλύτερο κατάλυμα. Δεν ξέρω πόσα επετειακά ποστ θα κάνω, αλλά πάντα μέσα μου, θα με καίει το γιατί δεν μπορώ πλέον να ζήσω όπως εδώ, αλλά στην πατρίδα. Είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσω, για να ξεπληρώσω τα λάθη μου. Με πεντακάθαρο μυαλό, δεν χρεώνω κανέναν για την κατάσταση, εκτός από τον εαυτό μου. Χαίρομαι που προσπαθώ ακόμα να κάνω κάτι για να τελειώσω με τις εκκρεμότητες που έχω αφήσει. Όπως είχα γράψει παλιότερα, δεν ξέρω πόσο καιρό θα μου πάρει, αλλά θα τα καταφέρω. Γιατί η ζωή έχει αξία, μόνο όταν προσπαθείς.
Ευχαριστώ πάρα πολύ όλους όσους με στηρίζουν ακόμα, από κοντά ή μακρυά. Ζητώ συγνώμη από όσους έχασα επαφή. Δεν είναι εύκολο να σας εξηγήσω. Παίρνω επάνω μου την ευθύνη.
Σε λίγες μέρες θα είμαι σπίτι, μετά από δέκα σχεδόν μήνες. Έχω πολλά να κάνω. Θα προσπαθήσω πάντως να συναντήσω όσους πιο πολλούς μπορώ. Καλή αντάμωση.
Ευχαριστώ πάρα πολύ όλους όσους με στηρίζουν ακόμα, από κοντά ή μακρυά. Ζητώ συγνώμη από όσους έχασα επαφή. Δεν είναι εύκολο να σας εξηγήσω. Παίρνω επάνω μου την ευθύνη.
Σε λίγες μέρες θα είμαι σπίτι, μετά από δέκα σχεδόν μήνες. Έχω πολλά να κάνω. Θα προσπαθήσω πάντως να συναντήσω όσους πιο πολλούς μπορώ. Καλή αντάμωση.
14.10.14
World's End
Κάποτε στο μαγαζί της φωτογραφίας, γεννήθηκαν οι Sex Pistols. Από το 1980 το μαγαζί εξακολουθεί να ανήκει στην Vivienne Westwood, λέγεται World's End και έχει ένα πολύ παράξενο ρολόι στην πρόσοψη του που γυρίζει ανάποδα. Υπό ανακαίνιση (αναρωτιέμαι για πόσο καιρό...)
16.8.14
Καλοκαιρινές παιδικές αναμνήσεις
Πριν μερικές μέρες βγήκα με έναν Ισπανό φίλο για καφέ. Η κουβέντα το έφερε και θυμήθηκα τις παιδικές μου διακοπές στο Αιάντειο της Σαλαμίνας.
Η πιο έντονη ανάμνηση μου είναι μια μεγάλη, υπερυψωμένη, σκεπαστή βεράντα. Σιδερένια κρεβάτια με σουμιέδες γέμιζαν όλον το χώρο, καθώς για μια εβδομάδα τουλάχιστον, όλο το σόι πήγαινε για διακοπές. Γύρω-γύρω στα σιδερένια κάγκελα, απλωμένα σεντόνια, που τα συγκρατούσαν ξύλινα μανταλάκια, δημιουργούσαν ένα παραβάν, για να μην μας παίρνουν μάτι οι γείτονες. Τρεις λεμονιές στο κάτω μέρος συμπλήρωναν την απόκρυψη μας από τον υπόλοιπο κόσμο. Το βράδυ κουνούπια μας έκαναν παρέα, παρόλα τα "φιδάκια" που κάπνιζαν τριγύρω μας. Το μεσημέρι, ο ήχος των τζιτζικιών μας νανούριζε, μετά το μεσημεριανό φαγητό. Αν έτρωγα όλο το φαγητό μου, η νονά μου, μου έδινε μια σοκολάτα ΜΕΛΟ (πόσο μου έχει λείψει η γεύση της...)
Θυμήθηκα τις κατασκευές του συγχωρεμένου πατέρα μου. Πάντα έλεγε πως ενώ εμείς ήμασταν διακοπές, εκείνος πάντα κάτι "πολεμούσε". Η μεγάλη, ατομική, κόκκινη, μεταλλική κούνια στην γωνιά του οικοπέδου, δίπλα στην συκιά, τριγυρισμένη από δέντρα. Το αγαπημένο μου μέρος.
Το τεράστιο ξύλινο τραπέζι με τους όμοιους πάγκους δεξιά και αριστερά και τους μεγάλους, ξύλινους "θρόνους" στα δύο κεφάλια του τραπεζιού. Στα αλήθεια, το μεγαλύτερο τραπέζι που έχω δει σε όλην τη ζωή μου. Σκεπασμένο από μια, επίσης, χειροποίητη ξύλινη "τσαρδάκα" (ακόμα ψάχνω την ετυμολογία της λέξης), γεμάτη με σταφύλια. Ολόγυρα κρεμασμένες, αποξηραμένες και ζωγραφισμένες κολοκύθες και κόκκινοι αστερίες και χοντρό χαλίκι στην γη. Εκεί κάθε μεσημέρι τρώγαμε όλοι μαζί.
Στην επάνω γωνία του οικοπέδου ήταν το βραδινό μας στέκι, πριν κοιμηθούμε. Χτιστοί πάγκοι σε σχήμα Π, γύρω από ένα τραπέζι, κάτω από μια λάμπα πυρακτώσεως, που καλούσε όλα τα παράξενα έντομα τριγύρω της, κάθε βράδυ. Σαν το βιντεοκλίπ της Bjork.
Θυμάμαι τα δωμάτια. Το πρώτο έμοιαζε με Πολίτικο καθιστικό. Πάγκοι γύρω από ένα μικρο τραπέζι, γεμάτοι από χειροποίητα, μάλλινα, όμορφα μαξιλάρια και υφάσματα, και μια τζαμαρία στους τρεις τοίχους. Μετά η μικρή κουζίνα με το παλιό ψυγείο της "Πίτσος" με την περίεργη χειρολαβή που άνοιγε την πόρτα. Μετά ήταν το δωμάτιο του "παππού" και της "γιαγιάς". Οι γονείς του νονού μου. Μια μεγάλη ξύλινη ντουλάπα, το διπλό σιδερένιο κρεβάτι, ο μεγάλος καναπές στην άλλη πλευρά και το μεγάλο, "καλό" τραπέζι με το ολόλευκο τραπεζομάντιλο, με το βάζο στην μέση, πάντα γεμάτο με λουλούδια.
Παρένθεση. Η γιαγιά είναι υπεύθυνη για το όνομα μου. Είχε χάσει έναν γιό στην κατοχή που τον έλεγαν Αποστόλη. Εκείνη κανόνισε για την βάφτιση μου στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Κωνσταντινουπολίτες και θρήσκοι και οι δύο. Ήξεραν όλα τα απολυτίκια και τις γραφές από καρδιάς. Πάντα έψελναν στην εκκλησία, όταν ήταν το πανηγύρι. Πάντα έκαναν τον σταυρό τους πριν ξεκινήσουν το φαγητό τους. Πάντα ξαναέκαναν τον σταυρό τους πριν κόψουν το χωριάτικο, αχνιστό, καρβέλι από το "χωριό" (έτσι λέγαμε το κέντρο του Αιαντείου, που ήταν δέκα λεπτά με τα πόδια από το σπίτι).
Θυμάμαι το μικρό δωματιάκι που φυλάγαμε τα καλοκαιρινά είδη. Ένα ντουλάπι γεμάτο με βατραχοπέδιλα, μάσκες και φουσκωτά. Φοβόμουν να μπω, γιατί ήταν πάντα ανοικτό και είχε κατσαρίδες.
Τέλος από την σκάλα της βεράντας, έμπαινες στο δωμάτιο που επίσης γέμιζε με κρεβάτια το καλοκαίρι. Κρεβάτια και ένα ψυγείο για να έχουμε παγωμένο νερό το βράδυ και πίσω ένα λαμπάκι νυκτός για να βλέπουμε που πάμε. Στην τουαλέτα φοβόμουν να πάω. Ήταν εξωτερική και είχε αράχνες.
Θυμάμαι την κατασκευή του πατέρα μου για το ντουζ, μετά το μπάνιο στην θάλασσα. Ήταν σαν τις ντουζιέρες που έχει στην παραλία, με ένα ξύλινο τελάρο για να πατάμε. Το νερό απλά κυλούσε από το σώμα μας στα παρτέρια. Επειδή όμως έπρεπε να πάρει νερό από το σπίτι που ήταν στην μέση του οικοπέδου, ένα υπερυψωμένο σύστημα από σωλήνες, που πέρναγε ανάμεσα στα δέντρα, έφερνε το νερό στην ντουζιέρα
Επέστρεψα μετά από πολλά χρόνια στο Αιάντειο, πριν λίγα χρόνια. Οι νονοί μου μένουν μόνιμα εκεί πλέον. Και όλα όσα γνώρισα όταν ήμουν μικρός έχουν αλλάξει. Δεν το γνώρισα το σπίτι. Σαν να ήταν καινούριο. Η αγαπημένη μου κούνια, πετάχτηκε στα σκουπίδια. Και το μεγάλο τραπέζι. Τσιμέντο κάλυψε τα παρτέρια. Η βεράντα έγινε δωμάτιο.
Ξέρετε όμως, οι παιδικές αναμνήσεις, δεν ξεχνιούνται ποτέ. Το σπίτι εκείνο που πέρασα τα πρώτα μου καλοκαίρια θα μείνουν για πάντα στο μυαλό μου. Γιατί όπου κι αν βρεθώ στον κόσμο, τα μέρη που μεγάλωσα είναι κομμάτι της καρδιάς μου. Γιατί όπως διάβασα κάπου, "Πατρίδα μας είναι οι παιδικές μας αναμνήσεις".
Η πιο έντονη ανάμνηση μου είναι μια μεγάλη, υπερυψωμένη, σκεπαστή βεράντα. Σιδερένια κρεβάτια με σουμιέδες γέμιζαν όλον το χώρο, καθώς για μια εβδομάδα τουλάχιστον, όλο το σόι πήγαινε για διακοπές. Γύρω-γύρω στα σιδερένια κάγκελα, απλωμένα σεντόνια, που τα συγκρατούσαν ξύλινα μανταλάκια, δημιουργούσαν ένα παραβάν, για να μην μας παίρνουν μάτι οι γείτονες. Τρεις λεμονιές στο κάτω μέρος συμπλήρωναν την απόκρυψη μας από τον υπόλοιπο κόσμο. Το βράδυ κουνούπια μας έκαναν παρέα, παρόλα τα "φιδάκια" που κάπνιζαν τριγύρω μας. Το μεσημέρι, ο ήχος των τζιτζικιών μας νανούριζε, μετά το μεσημεριανό φαγητό. Αν έτρωγα όλο το φαγητό μου, η νονά μου, μου έδινε μια σοκολάτα ΜΕΛΟ (πόσο μου έχει λείψει η γεύση της...)
Θυμήθηκα τις κατασκευές του συγχωρεμένου πατέρα μου. Πάντα έλεγε πως ενώ εμείς ήμασταν διακοπές, εκείνος πάντα κάτι "πολεμούσε". Η μεγάλη, ατομική, κόκκινη, μεταλλική κούνια στην γωνιά του οικοπέδου, δίπλα στην συκιά, τριγυρισμένη από δέντρα. Το αγαπημένο μου μέρος.
Το τεράστιο ξύλινο τραπέζι με τους όμοιους πάγκους δεξιά και αριστερά και τους μεγάλους, ξύλινους "θρόνους" στα δύο κεφάλια του τραπεζιού. Στα αλήθεια, το μεγαλύτερο τραπέζι που έχω δει σε όλην τη ζωή μου. Σκεπασμένο από μια, επίσης, χειροποίητη ξύλινη "τσαρδάκα" (ακόμα ψάχνω την ετυμολογία της λέξης), γεμάτη με σταφύλια. Ολόγυρα κρεμασμένες, αποξηραμένες και ζωγραφισμένες κολοκύθες και κόκκινοι αστερίες και χοντρό χαλίκι στην γη. Εκεί κάθε μεσημέρι τρώγαμε όλοι μαζί.
Στην επάνω γωνία του οικοπέδου ήταν το βραδινό μας στέκι, πριν κοιμηθούμε. Χτιστοί πάγκοι σε σχήμα Π, γύρω από ένα τραπέζι, κάτω από μια λάμπα πυρακτώσεως, που καλούσε όλα τα παράξενα έντομα τριγύρω της, κάθε βράδυ. Σαν το βιντεοκλίπ της Bjork.
Θυμάμαι τα δωμάτια. Το πρώτο έμοιαζε με Πολίτικο καθιστικό. Πάγκοι γύρω από ένα μικρο τραπέζι, γεμάτοι από χειροποίητα, μάλλινα, όμορφα μαξιλάρια και υφάσματα, και μια τζαμαρία στους τρεις τοίχους. Μετά η μικρή κουζίνα με το παλιό ψυγείο της "Πίτσος" με την περίεργη χειρολαβή που άνοιγε την πόρτα. Μετά ήταν το δωμάτιο του "παππού" και της "γιαγιάς". Οι γονείς του νονού μου. Μια μεγάλη ξύλινη ντουλάπα, το διπλό σιδερένιο κρεβάτι, ο μεγάλος καναπές στην άλλη πλευρά και το μεγάλο, "καλό" τραπέζι με το ολόλευκο τραπεζομάντιλο, με το βάζο στην μέση, πάντα γεμάτο με λουλούδια.
Παρένθεση. Η γιαγιά είναι υπεύθυνη για το όνομα μου. Είχε χάσει έναν γιό στην κατοχή που τον έλεγαν Αποστόλη. Εκείνη κανόνισε για την βάφτιση μου στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Κωνσταντινουπολίτες και θρήσκοι και οι δύο. Ήξεραν όλα τα απολυτίκια και τις γραφές από καρδιάς. Πάντα έψελναν στην εκκλησία, όταν ήταν το πανηγύρι. Πάντα έκαναν τον σταυρό τους πριν ξεκινήσουν το φαγητό τους. Πάντα ξαναέκαναν τον σταυρό τους πριν κόψουν το χωριάτικο, αχνιστό, καρβέλι από το "χωριό" (έτσι λέγαμε το κέντρο του Αιαντείου, που ήταν δέκα λεπτά με τα πόδια από το σπίτι).
Θυμάμαι το μικρό δωματιάκι που φυλάγαμε τα καλοκαιρινά είδη. Ένα ντουλάπι γεμάτο με βατραχοπέδιλα, μάσκες και φουσκωτά. Φοβόμουν να μπω, γιατί ήταν πάντα ανοικτό και είχε κατσαρίδες.
Τέλος από την σκάλα της βεράντας, έμπαινες στο δωμάτιο που επίσης γέμιζε με κρεβάτια το καλοκαίρι. Κρεβάτια και ένα ψυγείο για να έχουμε παγωμένο νερό το βράδυ και πίσω ένα λαμπάκι νυκτός για να βλέπουμε που πάμε. Στην τουαλέτα φοβόμουν να πάω. Ήταν εξωτερική και είχε αράχνες.
Θυμάμαι την κατασκευή του πατέρα μου για το ντουζ, μετά το μπάνιο στην θάλασσα. Ήταν σαν τις ντουζιέρες που έχει στην παραλία, με ένα ξύλινο τελάρο για να πατάμε. Το νερό απλά κυλούσε από το σώμα μας στα παρτέρια. Επειδή όμως έπρεπε να πάρει νερό από το σπίτι που ήταν στην μέση του οικοπέδου, ένα υπερυψωμένο σύστημα από σωλήνες, που πέρναγε ανάμεσα στα δέντρα, έφερνε το νερό στην ντουζιέρα
Επέστρεψα μετά από πολλά χρόνια στο Αιάντειο, πριν λίγα χρόνια. Οι νονοί μου μένουν μόνιμα εκεί πλέον. Και όλα όσα γνώρισα όταν ήμουν μικρός έχουν αλλάξει. Δεν το γνώρισα το σπίτι. Σαν να ήταν καινούριο. Η αγαπημένη μου κούνια, πετάχτηκε στα σκουπίδια. Και το μεγάλο τραπέζι. Τσιμέντο κάλυψε τα παρτέρια. Η βεράντα έγινε δωμάτιο.
Ξέρετε όμως, οι παιδικές αναμνήσεις, δεν ξεχνιούνται ποτέ. Το σπίτι εκείνο που πέρασα τα πρώτα μου καλοκαίρια θα μείνουν για πάντα στο μυαλό μου. Γιατί όπου κι αν βρεθώ στον κόσμο, τα μέρη που μεγάλωσα είναι κομμάτι της καρδιάς μου. Γιατί όπως διάβασα κάπου, "Πατρίδα μας είναι οι παιδικές μας αναμνήσεις".
5.8.14
Περί θανάτου
Πόσο άσχημο είναι να είσαι μακρυά από το σπίτι σου και να μαθαίνεις από το facebook πως κάποιος πίσω στην γειτονιά σου, πέθανε.
Από τότε που έφυγα από την Ελλάδα, έμαθα διαδικτυακά πως πέθανε ο Βαγγέλης, ο σουβλατζής που μεγάλωσα με τα σουβλάκια του. Έλεγε σε τρίτους όταν πέρναγα από εκεί, πως όταν μπήκα πρώτη φορά στο μαγαζί του, το χέρι μου σε ανάταση δεν έφτανε τον πάγκο του και δεν με έβλεπε.
Μετά ήταν η Κύρα-Βαγγελιώ, η μήτερα του παιδικού μου φίλου, Μπάμπη. Θυμάμαι όποτε με έβλεπε μου έλεγε με ένα πλατύ χαμόγελο τι κάνω και μετά με άρχιζε στις συμβουλές, για τα μαλλιά μου, για τα σπυράκια μου, για τα πάντα.
Η Ελένη, η αδελφή του Μπάμπη, πέθανε κι αυτή. Έχω τόσες πολλές αναμνήσεις από εκείνη, αφού το σπίτι του Μπάμπη ήταν σαν δικό μου σπίτι. Μαζί μεγαλώσαμε. Από την Ελένη θυμάμαι να μου δίνει τις πρώτες πηγές σε φιλοσοφικές αναζητήσεις. Δεν ήταν φιλοσοφία. Ούτε ψυχολογία. Περισσότερο παραψυχολογία. Αλλά ήταν η αρχή των αναζητήσεων μου. Και ακόμα κι αν με τα χρόνια και με νέα αναγνώσματα, απέρριψα την παραψυχολογία (έχω πάντως την σειρά "Ανεξήγητο" ακόμα στο σπίτι μου), πάντα θεωρούσα την Ελένη αυτή που μου άνοιξε τον δρόμο. Είχα ακούσει πως είναι η αναζήτηση την έκανε να χάσει τα μυαλά της. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, αλλά δεν έχει και πολύ σημασία. Η τελευταία εικόνα που έχω από αυτήν, είναι να γυρίζω ή να φεύγω από το σπίτι μου και εκείνη στο μπαλκόνι να μου ζητάει ένα τσιγάρο.
Και χθες έμαθα, για τον Μπαρμπά-Μανούσο. Ήταν ο μπαμπάς του Ερρίκου. Ο Ερρίκος ήταν αυτός που μου έμαθε την πρώτη μου τέχνη, κάτω στον Πειραιά, στην Ρετσίνα. Επισκευάζαμε μοτέρ, αντλίες, γεννήτριες. Ο Μπαρμπά-Μανούσος είχε Κρητική προφορά και ήταν μηχανικός. Τον θυμάμαι πάντα γεμάτο με μουτζούρα και γράσο στα χέρια του και στην φόρμα εργασίας του. Στα δύσκολα μηχανικά, ο Ερρίκος με έστελνε στο μαγαζί του, που ήταν ένα στενό παρακάτω και τον φώναζα να έρθει να μας πει τι να κάνουμε. Βγήκε στην σύνταξη, αλλά στο σπίτι του δεν μπορούσε να καθίσει. Τελευταία φορά που τον είδα, ήταν στο μαγαζί του γιου του, με την λερωμένη φόρμα του, γύριζε γύρω γύρω και έψαχνε κάτι να κάνει. Πρόλαβε να δει εγγόνια και δισέγγονα.
Εύχομαι να είστε καλά, εκεί πάνω. Να ξέρετε πως είστε στο μυαλό μου και στις αναμνήσεις μου.
Από τότε που έφυγα από την Ελλάδα, έμαθα διαδικτυακά πως πέθανε ο Βαγγέλης, ο σουβλατζής που μεγάλωσα με τα σουβλάκια του. Έλεγε σε τρίτους όταν πέρναγα από εκεί, πως όταν μπήκα πρώτη φορά στο μαγαζί του, το χέρι μου σε ανάταση δεν έφτανε τον πάγκο του και δεν με έβλεπε.
Μετά ήταν η Κύρα-Βαγγελιώ, η μήτερα του παιδικού μου φίλου, Μπάμπη. Θυμάμαι όποτε με έβλεπε μου έλεγε με ένα πλατύ χαμόγελο τι κάνω και μετά με άρχιζε στις συμβουλές, για τα μαλλιά μου, για τα σπυράκια μου, για τα πάντα.
Η Ελένη, η αδελφή του Μπάμπη, πέθανε κι αυτή. Έχω τόσες πολλές αναμνήσεις από εκείνη, αφού το σπίτι του Μπάμπη ήταν σαν δικό μου σπίτι. Μαζί μεγαλώσαμε. Από την Ελένη θυμάμαι να μου δίνει τις πρώτες πηγές σε φιλοσοφικές αναζητήσεις. Δεν ήταν φιλοσοφία. Ούτε ψυχολογία. Περισσότερο παραψυχολογία. Αλλά ήταν η αρχή των αναζητήσεων μου. Και ακόμα κι αν με τα χρόνια και με νέα αναγνώσματα, απέρριψα την παραψυχολογία (έχω πάντως την σειρά "Ανεξήγητο" ακόμα στο σπίτι μου), πάντα θεωρούσα την Ελένη αυτή που μου άνοιξε τον δρόμο. Είχα ακούσει πως είναι η αναζήτηση την έκανε να χάσει τα μυαλά της. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια, αλλά δεν έχει και πολύ σημασία. Η τελευταία εικόνα που έχω από αυτήν, είναι να γυρίζω ή να φεύγω από το σπίτι μου και εκείνη στο μπαλκόνι να μου ζητάει ένα τσιγάρο.
Και χθες έμαθα, για τον Μπαρμπά-Μανούσο. Ήταν ο μπαμπάς του Ερρίκου. Ο Ερρίκος ήταν αυτός που μου έμαθε την πρώτη μου τέχνη, κάτω στον Πειραιά, στην Ρετσίνα. Επισκευάζαμε μοτέρ, αντλίες, γεννήτριες. Ο Μπαρμπά-Μανούσος είχε Κρητική προφορά και ήταν μηχανικός. Τον θυμάμαι πάντα γεμάτο με μουτζούρα και γράσο στα χέρια του και στην φόρμα εργασίας του. Στα δύσκολα μηχανικά, ο Ερρίκος με έστελνε στο μαγαζί του, που ήταν ένα στενό παρακάτω και τον φώναζα να έρθει να μας πει τι να κάνουμε. Βγήκε στην σύνταξη, αλλά στο σπίτι του δεν μπορούσε να καθίσει. Τελευταία φορά που τον είδα, ήταν στο μαγαζί του γιου του, με την λερωμένη φόρμα του, γύριζε γύρω γύρω και έψαχνε κάτι να κάνει. Πρόλαβε να δει εγγόνια και δισέγγονα.
Εύχομαι να είστε καλά, εκεί πάνω. Να ξέρετε πως είστε στο μυαλό μου και στις αναμνήσεις μου.
1.8.14
Μόνο το ελληνικό είναι ελληνικό
Σύμφωνα με απόφαση από το ανώτατο Βρετανικό δικαστήριο, μόνο το γιαούρτι που φτιάχνεται στην Ελλάδα, μπορεί να λέγεται "Greek Yoghurt". Η ΦΑΓΕ είχε μηνύσει την Chobani για την χρήση του Greek, λέγοντας πως τα γιαούρτια της φτιάχνονται στις ΗΠΑ και όχι στην Ελλάδα, άρα δεν μπορούν να λέγονται Greek. Η Chobani απαντούσε πως με το Greek εννοούσε πως το γιαούρτι της φτιάχνεται με τον ελληνικό τρόπο παρασκευής. Η απόφαση θα έχει ισχύ στην Βρετανία άμεσα.
Το αστείο είναι πως και οι δύο εταιρίες έχουν εργοστάσια στις ΗΠΑ και παρασκευάζουν "Greek Yoghurt" για την αμερικανική αγορά. Και το επίσης αστείο είναι πως η ΦΑΓΕ από το 2012 έχει το Λουξεμβούργο και όχι την Ελλάδα ως έδρα των δραστηριοτήτων της. Ας είναι. Τρία εργοστάσια της παραμένουν στην Ελλάδα και δίνουν εργασία σε Έλληνες. Ας προσπαθήσουμε να αυξήσουμε τις εξαγωγές μας σε είδη που είμαστε πρωτοπόροι κι όλα θα πάνε καλύτερα.
Ενδιαφέρον θα ήταν να διαβάσετε πως η Ιαπωνία ξεπέρασε την ύφεση στην οικονομία της πριν πολλά χρόνια. Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν τολμάω να συγκρίνω Ελλάδα και Ιαπωνία, σαν τον ηλίθιο που μίλαγε για Σκανδιναβικό μοντέλο, Τρίτο δρόμο και Δανία του Νότου. Κάθε χώρα έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες και βάσει αυτών θα πρέπει να χαράζει την πορεία της και να επιλύει τα προβλήματα της.
27.7.14
Εκεί που έμενε ο Syd Barret
Σήμερα έκανα μια βόλτα στο Earl's Court για την έκθεση Hyper Japan. Στην επιστροφή, πέρασα και μια βόλτα από το κτήριο που έμενε ο Syd Barret από τον Δεκέμβρη του 1968 μέχρι τα μέσα του 1970.
Στο διαμέρισμα 29 του κτηρίου αυτού έγινε η φωτογράφηση για την προώθηση και το εξώφυλλο του άλμπουμ "The madcap laughs".
Στο διαμέρισμα 29 του κτηρίου αυτού έγινε η φωτογράφηση για την προώθηση και το εξώφυλλο του άλμπουμ "The madcap laughs".
26.7.14
Η έπαρση τιμωρείται
Σαφώς και υπάρχουν πολλά παραδείγματα που αποδεικνύουν τον τίτλο. Πρόσφατα μου έτυχε ένα στην δουλειά μου. Εκεί, λοιπόν, είχα πολλούς συναδέλφους από την Αλγερία. Είχαν σχηματίσει μια κλίκα και πουλούσαν μαγκιά, στους υπόλοιπους, γιατί εργάζονταν πολλά χρόνια και κανείς δεν τους έλεγε κουβέντα.
Κάποια μέρα έπρεπε να καλύψω έναν συνάδελφο που είχε πρόβλημα. Οπότε θα έκανα εγώ την πρωινή βάρδια αντί της απογευματινής και κάποιος από τους Αλγερινούς έπρεπε να καλύψει εμένα. Για να μην πολυλογώ, ξεκίνησα στις δέκα το πρωί και έπρεπε να τελειώσω στις δέκα το βράδυ. Ο Αλγερινός έπρεπε να ξεκινήσει στις τέσσερις και να τελειώσει στη μία το βράδυ. Κατά τις εννιάμισι, του είπα, εξαντλημένος, πως ευτυχώς τελειώνω. Με ρώτησε τι ώρα. Του είπα στις δέκα. Άρχιζε να φωνάζει σε μένα και στον σεφ που ήταν στην βάρδια πως αυτό δεν γίνεται, δεν πρόκειται να καλύψει αυτός έναν ωρομίσθιο (είχε φουλ συμβόλαιο αυτός) και άλλα πολλά. Ο συγκεκριμένος σεφ, που τον συμπαθώ πολύ και με συμπαθεί πολύ, επίσης, είπε πως θα μείνει αυτός. Δεν μου πήγαινε καλά. Του είπα πως θα μείνω εγώ. Έκτοτε ο Αλγερινός δεν μου μίλαγε, πέρα από το τυπικό "Hello". Ο σεφ, κανόνισε και την επόμενη βδομάδα μου έδωσε τις βραδιές του κλαμπ (Παρασκευή και Σαββάτο) που σημαίνει έξτρα χρήματα από tips. Δεν του άρεσε καθόλου, αλλά ήταν ένα είδος τιμωρίας για την συμπεριφορά του.
Από τότε ήταν "καλούλης" με όλους και την επόμενη βδομάδα όλα επέστρεψαν στο κανονικό, δουλεύοντας στις βραδιές του κλαμπ, και άρχισε το ψευδο-ρουφιανιλίκι εναντίον μου. Σιγά-σιγά επέστρεψε στον παλιό καλό του εαυτό, και πούλαγε μαγκιά σε όλους, παρέα με τους υπόλοιπους.
Όλα αυτά μέχρι την Δευτέρα που μας πέρασε. Η εταιρία, διαπίστωσε πως τα γαλλικά διαβατήρια που είχαν δώσει όλοι σχεδόν οι Αλγερινοί για να εργαστούν, ήταν πλαστά. Μας κάλεσε όλους σε συνάντηση για να δουν τα συμβόλαια μας (θεωρητικά) και κάλεσε το αλλοδαπών. Δεν εμφανίστηκε κανείς από αυτούς που είχαν πρόβλημα, εκτός από έναν άτυχο Γεωργιανό, που τον τσίμπησαν.
Σαφώς και δεν ήταν καλή η συμπεριφορά της εταιρίας. Θα μπορούσε απλά να τους πει, σας ευχαριστώ πολύ, αλλά πρέπει να φύγετε πριν μας δημιουργήσετε πρόβλημα, όπως έκαναν στην προηγούμενη εργασία μου, όταν προέκυπταν προβλήματα με τα χαρτιά. Όλοι όσοι εργάζονται ακόμα εκεί, ένιωσαν χαρά που έφυγαν οι Αλγερινοί. Εγώ, παρότι μάλλον θα πάρω το συμβόλαιο του και θα έπρεπε να χαίρομαι για ότι έγινε, έμεινα με την κουβέντα "δεν καλύπτω εγώ ωρομίσθιο". Στηριζόμενος σε πλαστά χαρτιά, έχεις μια αξιοπρεπή εργασία, που σε πληρώνει καλά και είσαι αρχηγόπουλο. Γιατί αυτή η έπαρση και η μαγκιά. Πόσες φορές θα κάλυπτες τώρα έναν ωρομίσθιο, αρκεί κανείς να μην είχε πάρει χαμπάρι το θέμα με τα χαρτιά σου;
Το ηθικό δίδαγμα είναι πως πρέπει να είσαι ταπεινός και να μην ξεχνάς ποτέ από που ξεκίνησες. Υπάρχουν και άλλα, άλλα θα τα κρατήσω για μένα, για την ώρα.
Κάποια μέρα έπρεπε να καλύψω έναν συνάδελφο που είχε πρόβλημα. Οπότε θα έκανα εγώ την πρωινή βάρδια αντί της απογευματινής και κάποιος από τους Αλγερινούς έπρεπε να καλύψει εμένα. Για να μην πολυλογώ, ξεκίνησα στις δέκα το πρωί και έπρεπε να τελειώσω στις δέκα το βράδυ. Ο Αλγερινός έπρεπε να ξεκινήσει στις τέσσερις και να τελειώσει στη μία το βράδυ. Κατά τις εννιάμισι, του είπα, εξαντλημένος, πως ευτυχώς τελειώνω. Με ρώτησε τι ώρα. Του είπα στις δέκα. Άρχιζε να φωνάζει σε μένα και στον σεφ που ήταν στην βάρδια πως αυτό δεν γίνεται, δεν πρόκειται να καλύψει αυτός έναν ωρομίσθιο (είχε φουλ συμβόλαιο αυτός) και άλλα πολλά. Ο συγκεκριμένος σεφ, που τον συμπαθώ πολύ και με συμπαθεί πολύ, επίσης, είπε πως θα μείνει αυτός. Δεν μου πήγαινε καλά. Του είπα πως θα μείνω εγώ. Έκτοτε ο Αλγερινός δεν μου μίλαγε, πέρα από το τυπικό "Hello". Ο σεφ, κανόνισε και την επόμενη βδομάδα μου έδωσε τις βραδιές του κλαμπ (Παρασκευή και Σαββάτο) που σημαίνει έξτρα χρήματα από tips. Δεν του άρεσε καθόλου, αλλά ήταν ένα είδος τιμωρίας για την συμπεριφορά του.
Από τότε ήταν "καλούλης" με όλους και την επόμενη βδομάδα όλα επέστρεψαν στο κανονικό, δουλεύοντας στις βραδιές του κλαμπ, και άρχισε το ψευδο-ρουφιανιλίκι εναντίον μου. Σιγά-σιγά επέστρεψε στον παλιό καλό του εαυτό, και πούλαγε μαγκιά σε όλους, παρέα με τους υπόλοιπους.
Όλα αυτά μέχρι την Δευτέρα που μας πέρασε. Η εταιρία, διαπίστωσε πως τα γαλλικά διαβατήρια που είχαν δώσει όλοι σχεδόν οι Αλγερινοί για να εργαστούν, ήταν πλαστά. Μας κάλεσε όλους σε συνάντηση για να δουν τα συμβόλαια μας (θεωρητικά) και κάλεσε το αλλοδαπών. Δεν εμφανίστηκε κανείς από αυτούς που είχαν πρόβλημα, εκτός από έναν άτυχο Γεωργιανό, που τον τσίμπησαν.
Σαφώς και δεν ήταν καλή η συμπεριφορά της εταιρίας. Θα μπορούσε απλά να τους πει, σας ευχαριστώ πολύ, αλλά πρέπει να φύγετε πριν μας δημιουργήσετε πρόβλημα, όπως έκαναν στην προηγούμενη εργασία μου, όταν προέκυπταν προβλήματα με τα χαρτιά. Όλοι όσοι εργάζονται ακόμα εκεί, ένιωσαν χαρά που έφυγαν οι Αλγερινοί. Εγώ, παρότι μάλλον θα πάρω το συμβόλαιο του και θα έπρεπε να χαίρομαι για ότι έγινε, έμεινα με την κουβέντα "δεν καλύπτω εγώ ωρομίσθιο". Στηριζόμενος σε πλαστά χαρτιά, έχεις μια αξιοπρεπή εργασία, που σε πληρώνει καλά και είσαι αρχηγόπουλο. Γιατί αυτή η έπαρση και η μαγκιά. Πόσες φορές θα κάλυπτες τώρα έναν ωρομίσθιο, αρκεί κανείς να μην είχε πάρει χαμπάρι το θέμα με τα χαρτιά σου;
Το ηθικό δίδαγμα είναι πως πρέπει να είσαι ταπεινός και να μην ξεχνάς ποτέ από που ξεκίνησες. Υπάρχουν και άλλα, άλλα θα τα κρατήσω για μένα, για την ώρα.
19.7.14
Μια βόλτα στην πόλη
Όταν έχω ρεπό, κάνω, σχεδόν πάντα, μια μεγάλη βόλτα, μόνος ή με παρέα. Δεν ξέρω πως, αλλά αργότερα γυρνώντας στο σπίτι, διαπιστώνω πως η βόλτα μου είναι κοντά στα δώδεκα χιλιόμετρα.
Η τελευταία μου βόλτα ήταν την Πέμπτη. Πήγα με το λεωφορείο στο Camden. Περιπλανήθηκα στην αγορά και φυσικά τίμησα το Souvlaki Superstars, το καλύτερο σουβλατζίδικο στο Λονδίνο. Το Camden για μένα είναι συνώνυμο με το παραδοσιακό μας φαγητό. Κατέβηκα στο κανάλι. Κοίταξα τον χάρτη στο iPhone μου και είδα πως μπορώ να φτάσω μέχρι το Notting Hill. Ξεκίνησα το περπάτημα. Πλοιάρια κάνουν την ίδια διαδρομή. Το κανάλι περνάει από το Regent's Park και τον ζωολογικό κήπο του Λονδίνου.
Ακολουθούν επαύλεις στις δυο όχθες του καναλιού που χτίστηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα σε νεοκλασικό ρυθμό. Η ησυχία που επικρατεί σε κάνει να νομίζεις πως δεν είσαι στην πόλη. Παροδικά όταν περνάς κάτω από μια γέφυρα, ακούς τον ήχο της πόλης από πάνω. Ακολουθεί ο οικισμός των πλοιαρίων. Ολόκληρες οικογένειες μένουν μέσα σε πλοιάρια και στον ντόκο έχουν φτιάξει μικρούς κήπους σε γλάστρες και έχουν στήσει αυτοσχέδια "σαλόνια". Σκέφτηκα πως θα είναι ωραία να μένεις σε πλοιάριο και μετά σκέφτηκα πως θα πρέπει να αδειάζεις την χημική σου τουαλέτα, κάθε φορά που γεμίζει. Άρα δεν είναι ωραία, σκέφτηκα και χαμογέλασα.
Μετά, έπεσα σε έναν μαυροπίνακα, στον οποίο μπορείς να γράψεις τι θα ήθελες να κάνεις πριν πεθάνεις. Εκατοντάδες οι επιθυμίες. Βρήκα κιμωλίες σε ένα μεταλλικό κουτάκι και έγραψα κι εγώ. Κάποιος πατριώτης (φαντάζομαι) είχε γράψει πως πριν πεθάνει, θα ήθελε να πιει έναν καφέ, δίπλα στην θάλασσα στην Ελλάδα.
Από εκεί άλλαξα κανάλι κάτω από την γέφυρα και κατευθύνθηκα προς το Notting Hill. Το κανάλι περνάει από κυριλέ παμπς και από το Westbourne Park. Εκεί είναι και ο αυτοκινητόδρομος Westway, που αναφέρεται στο Under the Westway των Blur. Για να διασχίσεις κάθετα τον Westway, χρησιμοποιείς μια σειρά γέφυρες που θυμίζουν Νέα Υόρκη. Περιφραγμένες ολόγυρα, με πλέγματα, φτιαγμένες από διαφορετικά υλικά η κάθε μια. Περπατάς πάνω από γήπεδα ποδοσφαίρου και κάτω από τον Westway παράλληλα. Μετά είναι τα τρένα που περνάνε από κάτω σου. Στο τέλος αυτών των γεφυρών είναι ένας στενός διάδρομος, σαν σοκάκι από ελληνικό νησί, φτιαγμένος από κόκκινο τούβλο. Και είσαι στο Notting Hill. Κατευθύνθηκα προς το Portobello. Κατέβηκα όλον τον δρόμο με τα όμορφα μαγαζιά και πέρασα από το σπίτι που έμενε ο George Orwell. Μετά σε πιο γνώριμα μέρη, στο High Street Kensington που δουλεύω. Και από εκεί η γνωστή διαδρομή για το σπίτι στο Fulham.
Ένιωθα κουρασμένος, αλλά πολύ ευχαριστημένος. Λατρεύω τις βόλτες σε αυτήν την πόλη.
Η τελευταία μου βόλτα ήταν την Πέμπτη. Πήγα με το λεωφορείο στο Camden. Περιπλανήθηκα στην αγορά και φυσικά τίμησα το Souvlaki Superstars, το καλύτερο σουβλατζίδικο στο Λονδίνο. Το Camden για μένα είναι συνώνυμο με το παραδοσιακό μας φαγητό. Κατέβηκα στο κανάλι. Κοίταξα τον χάρτη στο iPhone μου και είδα πως μπορώ να φτάσω μέχρι το Notting Hill. Ξεκίνησα το περπάτημα. Πλοιάρια κάνουν την ίδια διαδρομή. Το κανάλι περνάει από το Regent's Park και τον ζωολογικό κήπο του Λονδίνου.
Ακολουθούν επαύλεις στις δυο όχθες του καναλιού που χτίστηκαν στις αρχές του 19ου αιώνα σε νεοκλασικό ρυθμό. Η ησυχία που επικρατεί σε κάνει να νομίζεις πως δεν είσαι στην πόλη. Παροδικά όταν περνάς κάτω από μια γέφυρα, ακούς τον ήχο της πόλης από πάνω. Ακολουθεί ο οικισμός των πλοιαρίων. Ολόκληρες οικογένειες μένουν μέσα σε πλοιάρια και στον ντόκο έχουν φτιάξει μικρούς κήπους σε γλάστρες και έχουν στήσει αυτοσχέδια "σαλόνια". Σκέφτηκα πως θα είναι ωραία να μένεις σε πλοιάριο και μετά σκέφτηκα πως θα πρέπει να αδειάζεις την χημική σου τουαλέτα, κάθε φορά που γεμίζει. Άρα δεν είναι ωραία, σκέφτηκα και χαμογέλασα.
Μετά, έπεσα σε έναν μαυροπίνακα, στον οποίο μπορείς να γράψεις τι θα ήθελες να κάνεις πριν πεθάνεις. Εκατοντάδες οι επιθυμίες. Βρήκα κιμωλίες σε ένα μεταλλικό κουτάκι και έγραψα κι εγώ. Κάποιος πατριώτης (φαντάζομαι) είχε γράψει πως πριν πεθάνει, θα ήθελε να πιει έναν καφέ, δίπλα στην θάλασσα στην Ελλάδα.
Μπροστά στον μαυροπίνακα των επιθυμιών. |
Η επιθυμία του πατριώτη (;) |
Η δική μου επιθυμία. |
Το κανάλι διακόπτεται σε αυτό το σημείο. Υποχρεωτικά ανεβαίνεις την σκάλα και βγαίνεις στην πόλη. Το κανάλι συνεχίζει, αλλά δεν είναι προσβάσιμο. Σε εκείνο το σημείο έχει πάλι πλοιάρια, αλλά είναι των πλουσίων. Κάποια στιγμή η πρόσβαση επιτρέπεται και πάλι. Στο τέλος της διαδρομής είσαι στην Μικρή Βενετία.
Από εκεί άλλαξα κανάλι κάτω από την γέφυρα και κατευθύνθηκα προς το Notting Hill. Το κανάλι περνάει από κυριλέ παμπς και από το Westbourne Park. Εκεί είναι και ο αυτοκινητόδρομος Westway, που αναφέρεται στο Under the Westway των Blur. Για να διασχίσεις κάθετα τον Westway, χρησιμοποιείς μια σειρά γέφυρες που θυμίζουν Νέα Υόρκη. Περιφραγμένες ολόγυρα, με πλέγματα, φτιαγμένες από διαφορετικά υλικά η κάθε μια. Περπατάς πάνω από γήπεδα ποδοσφαίρου και κάτω από τον Westway παράλληλα. Μετά είναι τα τρένα που περνάνε από κάτω σου. Στο τέλος αυτών των γεφυρών είναι ένας στενός διάδρομος, σαν σοκάκι από ελληνικό νησί, φτιαγμένος από κόκκινο τούβλο. Και είσαι στο Notting Hill. Κατευθύνθηκα προς το Portobello. Κατέβηκα όλον τον δρόμο με τα όμορφα μαγαζιά και πέρασα από το σπίτι που έμενε ο George Orwell. Μετά σε πιο γνώριμα μέρη, στο High Street Kensington που δουλεύω. Και από εκεί η γνωστή διαδρομή για το σπίτι στο Fulham.
Ένιωθα κουρασμένος, αλλά πολύ ευχαριστημένος. Λατρεύω τις βόλτες σε αυτήν την πόλη.
Φτιάξε έναν καφέ και έλα...
Πάρε ένα σάκο κι έλα, έλεγε κάποτε ο Δημήτρης. Τα ίχνη του χάθηκαν στο Περού. Εκεί έγινε η τελευταία του ανάρτηση πριν από τέσσερα χρόνια περίπου. Η φράση του, όμως, μου κόλλησε στο μυαλό.
Τον σάκο μου τον πήρα πριν από 21 μήνες περίπου και είμαι στο Λονδίνο. Όχι για το ταξίδι. Από ανάγκη. Συνήθισα εδώ. Συνήθισα να μιλάω σε μια ξένη γλώσσα. Συνήθισα (τον κακό τους) τον καιρό. Συνήθισα τα συστήματα τους, το νόμισμα τους, τα τοπία τους. Συνήθισα τις συνήθειες τους.
Και τώρα σε καλώ κι εγώ, αλλά με διαφορετικό κάλεσμα. Φτιάξε έναν καφέ κι έλα. Άραξε στο κάθισμα σου. Διάβασε τις ιστορίες μου από τα ξένα. Μάθε τα νέα μου. Παρακολούθησε με να γίνομαι καλύτερος. Πιο ουσιαστικός. Απαλλαγμένος λίγο-λίγο από το παρελθόν. Απαλλαγμένος από τα πολλά υλικά αγαθά. Κοίτα πως γαληνεύει η ψυχή μου. Έλα μαζί μου νοητά. Μπορεί να είσαι μακρυά μου, αλλά είσαι πολύ κοντά μου. Είσαι στην καρδιά μου. Όπως και η πατρίδα μου. Σε θέλω συμμέτοχο/η.
Φτιάξε έναν καφέ και μπες στον νέο κόσμο μου.
15.7.14
Solo un Leo
Διαβάζω τα πικρόχολα σχόλια για τον Μέσι.
Γιατί πήρε το βραβείο; (ακολουθούν κατάρες εναντίον της FIFA). Το βραβείο έχει σπόνσορα την Adidas. Ο Μέσι έχει σπόνσορα την Adidas. Ποιος θα πάρει το βραβείο; Εγώ ή ο Καραγκούνης;
Ο Μέσι ξέρασε.
Βασικά είχε αναγούλες και έφτυνε. Και; (προφανώς αναγούλιασε in advance σκεπτόμενος τα άρθρα του Contra και του κάθε αναλυτή του κώλου που εργάζεται σε ελληνικά ιντερνετικά μέσα.)
Ο Μέσι αδιαφόρησε στην ομιλία του Σαμπέγια. Κάτι έγινε.
Ίσως δεν άντεχε να ακούσει τις μαλακίες του ταβερνιάρη και απλά σκεφτόταν τι να κάνει για να γαμήσει τους Γερμανούς στην παράταση.
Ο Μέσι δεν είναι μεγάλος παίχτης γιατί δεν κέρδισε τίποτα με την Αργεντινή.
Το ίδιο και ο Κρόιφ με την Ολλανδία, ο Ραούλ με την Ισπανία, ο Μπεστ με την Βόρειο Ιρλανδία, ο Στόιτσκοφ με την Βουλγαρία, ο Καντονά με την Γαλλία, η Κριστιάνα με την Πορτογαλία και ο Αναστόπουλος με την Ελλάδα. Και; Αν χθες η Αργεντινή κέρδιζε, ο Κλόζε δεν θα είχε κερδίσει τίποτα με την εθνική του ομάδα.
Το μόνο που συνέβη είναι το εξής. Μια ομάδα έχασε και μια ομάδα κέρδισε. Τόσο απλά. Αυτό δεν έχει να κάνει με τίποτα με την αθλητική (και οικονομική) αξία ενός παίχτη.
Και τέλος για τους Βραζιλιάνους, μπράβο μαλάκες, δώσατε ένα σκασμό λεφτά, φάγατε την μεγαλύτερη ψωλή της ιστορίας σας και μετά τραγουδάγατε για τους γαμιάδες σας. Επιτέλους ένας λαός που μας ξεπερνάει στην μαλακία.
Τα λέμε στο επόμενο Euro.
Γιατί πήρε το βραβείο; (ακολουθούν κατάρες εναντίον της FIFA). Το βραβείο έχει σπόνσορα την Adidas. Ο Μέσι έχει σπόνσορα την Adidas. Ποιος θα πάρει το βραβείο; Εγώ ή ο Καραγκούνης;
Ο Μέσι ξέρασε.
Βασικά είχε αναγούλες και έφτυνε. Και; (προφανώς αναγούλιασε in advance σκεπτόμενος τα άρθρα του Contra και του κάθε αναλυτή του κώλου που εργάζεται σε ελληνικά ιντερνετικά μέσα.)
Ο Μέσι αδιαφόρησε στην ομιλία του Σαμπέγια. Κάτι έγινε.
Ίσως δεν άντεχε να ακούσει τις μαλακίες του ταβερνιάρη και απλά σκεφτόταν τι να κάνει για να γαμήσει τους Γερμανούς στην παράταση.
Ο Μέσι δεν είναι μεγάλος παίχτης γιατί δεν κέρδισε τίποτα με την Αργεντινή.
Το ίδιο και ο Κρόιφ με την Ολλανδία, ο Ραούλ με την Ισπανία, ο Μπεστ με την Βόρειο Ιρλανδία, ο Στόιτσκοφ με την Βουλγαρία, ο Καντονά με την Γαλλία, η Κριστιάνα με την Πορτογαλία και ο Αναστόπουλος με την Ελλάδα. Και; Αν χθες η Αργεντινή κέρδιζε, ο Κλόζε δεν θα είχε κερδίσει τίποτα με την εθνική του ομάδα.
Το μόνο που συνέβη είναι το εξής. Μια ομάδα έχασε και μια ομάδα κέρδισε. Τόσο απλά. Αυτό δεν έχει να κάνει με τίποτα με την αθλητική (και οικονομική) αξία ενός παίχτη.
Και τέλος για τους Βραζιλιάνους, μπράβο μαλάκες, δώσατε ένα σκασμό λεφτά, φάγατε την μεγαλύτερη ψωλή της ιστορίας σας και μετά τραγουδάγατε για τους γαμιάδες σας. Επιτέλους ένας λαός που μας ξεπερνάει στην μαλακία.
Τα λέμε στο επόμενο Euro.
1.5.14
20 χρόνια μετά
Είκοσι χρόνια πέρασαν από τότε που σκοτώθηκε ο Ayrton Senna. Ένας θάνατος ζωντανά στην τηλεόραση. Όσοι τον αγάπησαν (και είναι πολλοί) τον θυμούνται. Είναι το πρώτο πράγμα που τους έρχεται στο μυαλό, όταν ακούνε την λέξη πρωτομαγιά. Ο Senna αποσύνδεσε την πρωτομαγιά από τους εργατικούς αγώνες και από τα λουλούδια. Έγινε ο ίδιος μια επέτειος. Η επέτειος που ένας μεγάλος πιλότος (ο μεγαλύτερος όλων των εποχών για μένα), έφυγε από την ζωή, αλλά όχι από το μυαλό μας.
Κάθε χρόνο, όταν πλησιάζει η μέρα, αρχίζω να διαβάζω, περισσότερα για αυτόν. Ήταν περίεργος και μεγαλοφυής. Μεγαλώνοντας και ωριμάζοντας, αρχίσα να κοιτάζω τις πιο μικρές λεπτομέρειες για εκείνον. Και τον εκτιμώ πιο πολύ. Καταλαβαίνω πόσο σημαντικός ήταν.
Ayrton, εκεί ψηλά να προσεύχεσαι για εμάς και να μας προσέχεις. Είσαι ένα από τα πρότυπα μου. Μπορεί να μην έχω καν δίπλωμα οδήγησης, αλλά έμαθα από σένα πως μόνο με σκληρή δουλεία, υπομονή, επιμονή και πίστη σε ότι κάνεις, μπορείς να φθάσεις στον στόχο σου. Είτε ο στόχο σου είναι να κερδίσεις ένα πρωτάθλημα, είτε να νικήσεις τον αγώνα που λέγεται ζωή. Αθάνατος!
26.4.14
Tito
Τα λόγια είναι φτωχά. Είσαι και θα παραμείνεις ένα κομμάτι της ιστορίας του συλλόγου που μου έλαχε να ζήσω. Είναι τόσο λάθος και άδικο ένας άνθρωπος στα 45 του να φεύγει. Να ξέρεις πως κάποιοι θα σε θυμούνται. Ως μαχητή στην ζωή του (δύσκολο να αναλαμβάνεις την Μπάρσα, στην μετά Πεπ εποχή) και ως μαχητή για την ζωή του. Ήμουν ένα μικρό κομματάκι του κορεό που φτιάχτηκε εκείνη την μέρα για σένα στην Βαρκελώνη. Νόμιζα πως τα είχες καταφέρει. Καλή αντάμωση.
21.4.14
Animals
Σήμερα έκανα μια βόλτα απλά για να βγω από το σπίτι. Ανέβηκα προς το κέντρο της πόλης, από την King´s road και ήταν όμορφα και ήσυχα λόγω της αργίας.Δυστυχώς δεν βρήκα το μαγαζί που οι Sex Pistols δημιουργήθηκαν, αλλά θα το κάνω όταν επαναλάβω την βόλτα μου, κάποια στιγμή. Έφτασα στην Russel Square και κατέβηκα προς το ποτάμι, στην γέφυρα του Chelsea. Από εκεί μπορείς να δεις το παλιό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρισμού Battersea, που έγινε γνωστό από το εξώφυλλο του άλμπουμ των Pink Floyd, με τίτλο Animals. Ακολούθησα το ποτάμι μέχρι που έφτασα στο σπίτι. Κουρασμένος μετά από 12,5 χιλιόμετρα περπατήματος αλλά με πολύ καλύτερη διάθεση από πριν.
Πάμε Αθήνα;
Αθήνα θέλω να πάω. Η ερωτήσεις είναι αν η American Express μου εγκρίνει την αίτηση για χρυσή AMEX και αν μου την εγκρίνει, που θα βρω 2000 Λίρες για φάγωμα... :-p
9.1.14
Βρε βρε βρε
Για δείτε τι έγραφα τότε. Και ξαφνικά όλοι κατάλαβαν πως το λάθος πρόσωπο μπήκε στην λάθος θέση. Και ο τύπος έχει τα μούτρα να λέει πως "Μετά τις χθεσινές εξελίξεις, πέθανε η ανάπτυξη". Φταίμε όλοι για τα χάλια μας. Όχι γιατί μαζί τα φάγαμε. Φταίμε όλοι γιατί εμείς τους ψηφίσαμε και εμείς δεν αντιδράσαμε όταν οι μέτριοι έπαιρναν θέσεις κλειδιά. Περαστικά μας...
7.1.14
Ξανά στο σινεμά;
Λατρεύω τον κινηματογράφο. Πρέπει να έχω δει χιλιάδες ταινίες. Και πρέπει να έχω και χιλιάδες ακόμα στο σπίτι μου στην Νίκαια που δεν έχω δει. Ανακάλυψα πως με λιγότερο από 16 Λίρες μπορώ να δω απεριόριστα ταινίες στο cineworld που είναι κοντά στο σπίτι μου στο Hammersmith. Αν δω τέσσερις τον μήνα (στα ρεπό μου) μου έρχεται 4 Λίρες η μία. Νομίζω πως θα το κάνω...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)