7.10.10

Κάποτε

Κάποτε υπήρχε μια αγνή, καθαρή κοπέλα που ζούσε στην ανατολή. Την ενδιέφερε το πνεύμα και η τέχνη. Πήγαινε τακτικά και έβλεπε τα φημισμένα μπαλέτα με τα πενιχρά της έσοδα, είχε διαβάσει όλα τα κλασσικά βιβλία της ρωσικής και γαλλικής λογοτεχνίας, είχε πνευματικές αναζητήσεις που αφορούσαν την κοινωνία και την θρησκεία και είχε καταφέρει να κάνει πολλά πράγματα, που έμοιαζαν ακατόρθωτα, πραγματικότητα. Έτσι λοιπόν, ήρθε στην δύση.

Πέρασε δύσκολα, γιατί δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Είχε πρόβλημα με το φαγητό, γιατί η λιτοδίαιτη διατροφή της ταράχτηκε όταν είδε όλη την αφθονία της τροφής γύρω της. Μέχρι και το νερό της έμοιαζε περίεργο στην γεύση. Προσαρμόστηκε σιγά-σιγά και για αρχή ανακάλυψε τις φίρμες στα ρούχα και αποφάσισε πως πλέον δεν είναι το αναγκαίο και καλό, αλλά πως το ακριβό είναι και αναγκαίο. Άρχισε να αλλάζει τα πάντα γύρω της.

Σταμάτησε να μιλάει την γλώσσα της. Σταμάτησε τις πνευματικές αναζητήσεις της. Σταμάτησε να διαβάζει και αφιερώθηκε σε έναν μόνο σκοπό. Το κέρδος. Το χρήμα. Αυτό που θα της έδινε περισσότερα υλικά αγαθά. Έπαψε να ανταγωνίζεται τους άλλους πνευματικά. Έπαψε να θέλει να είναι η καλύτερη από όλους στην επιστήμη της. Ήθελε μόνο να έχει το καλύτερο κινητό, τα καλύτερα ρούχα, το καλύτερο λάπτοπ. Δεν ξέρω αν αυτή η κοπέλα είναι ευτυχισμένη. Το πιο πιθανό είναι. Η υλική ευτυχία είναι κι αυτή ευτυχία. Ξέρω όμως πως στα μάτια μου έχασε την λάμψη της και την αγνότητα της. Έχασε όλα αυτά που κάποτε αγάπησα.

Παράλληλα, κάποτε υπήρχε ένας νέος που ζούσε στην δύση. Ήταν διεφθαρμένος ηθικά και άπληστος ως το κόκκαλο. Είχε καιρό εγκαταλείψει το διάβασμα και την μουσική που τόσο αγαπούσε. Θύμα της διαφήμισης και του κόσμου της κατανάλωσης, έψαχνε για το πιο ακριβό κινητό. Έψαχνε για τα πιο ωραία ρούχα. Ανέβαζε τα όρια της πιστωτικής κάρτας στα ύψη και κάλυπτε τις υπερβάσεις με καταναλωτικά δάνεια. Και τότε ήρθε η συμφορά. Και την μια συμφορά πάντα ακολουθούν κι άλλες.

Πέρασε δύσκολα, γιατί δεν μπορούσε να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Πέρασαν μέρες ολόκληρες που το φαγητό ήταν ελάχιστο ή και καθόλου. Πέρασαν μέρες που η τροφή ήταν μόνο μια σοκολάτα. Νερό τουλάχιστον υπήρχε. Προσαρμόστηκε σιγά-σιγά και ανακάλυψε πως το σημαντικό βρίσκεται στην ψυχή την ίδια και το πνεύμα. Άρχισε να σιχαίνεται τα υλικά αγαθά που είχαν συγκεντρωθεί όλον αυτόν τον καιρό. Άρχισε να βλέπει ποιες σχέσεις ήταν πραγματικά σημαντικές και ποιες στηρίζονταν μόνο στο συμφέρον και στην ανταλλαγή.

Άρχισε να ανακαλύπτει πάλι την γλώσσα του, μέσα από την λογοτεχνία. Άρχισε να ακούει και πάλι την μουσική που πάντα λάτρευε. Έπαψε να ανταγωνίζεται τους άλλους σε υλικά αγαθά. Έπαψε να τον ενδιαφέρει να είναι το κέντρο του κόσμου. Ξέρω πως αυτός ο νέος είναι δυστυχισμένος. Ξέρω πως έχει μετανιώσει για πολλά από τα λάθη του. Ξέρω όμως πως θα γίνει ευτυχισμένος και πάλι, γιατί η ευτυχία κρύβεται στα μικρά, στα αναγκαία, στα όμορφα και αυτά αναζητεί τώρα.

Ήταν κάποτε δυο διαφορετικές ψυχές που ήθελαν να είναι μαζί. Ήταν τόσο διαφορετικές όμως και δεν τα κατάφεραν. Στην διάρκεια που ήταν μακρυά, η μία προσπάθησε να μοιάσει στην άλλη. Και όταν ξανασυναντήθηκαν, είχαν αλλάξει θέσεις και παρέμειναν διαφορετικές. Τελικά ποτέ δεν θα ήταν μαζί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: